Το φερμουάρ προέρχεται από τη γαλλική λέξη fermoir – ρήμα fermer=κλείνω.
Είναι ένος μηχανισμός που χρησιμοποιείται συνήθως για την προσωρινή ένωση δύο άκρων ενός υφάσματος ή δέρματος. Τελειοποιήθηκε από τον Gideon Sundbäck το 1917.
Το αγγλικό όνομα του φερμουάρ – zipper χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά από την εταιρεία B. F. Goodrich Company, όταν αποφάσισε να χρησιμοποιήσει την εφεύρεση του Sundbäck στις λαστιχένιες μπότες που κατασκεύαζε. Το όνομα πιθανότατα βγήκε από τον ήχο που κάνει το φερμουάρ όταν ανοιγοκλείνει (zzzzz). H εταιρία παρήγγειλε 150.000 φερμουάρ και έβγαλε στην αγορά τις «Zipper Boots» οι οποίες, αντίθετα με τις υπόλοιπες που κυκλοφορούσαν τότε, δεν κούμπωναν με γαντζάκια.
Οι πρόγονοι του φερμουάρ
Το 1851 ο Αμερικανος Elias Howe πήρε στις ΗΠΑ δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για μια εφεύρεσή του, τον πρόγονο του φερμουάρ, μια σειρά από πόρπες που κούμπωναν με πίεση προς μία κατεύθυνση και ξεκούμπωναν με πίεση προς την αντίθετη φορά. Ο Whitcomb L. Judson ήταν εκείνος που το 1893 παρουσίασε στην παγκόσμια έκθεση του Σικάγου μια βελτιωμένη έκδοση, το πρωτοποριακό «clasp locker», στην οποία, αντί για πόρπες, χρησιμοποίησε μικρούς γάντζους στη μία πλευρά και μικρές θηλιές στην απέναντι. Η εφεύρεσή του ήταν πιο πρακτική, αλλά το κούμπωμά του δεν είχε πάντα επιτυχία και έτσι, το νέο προϊόν πούλησε μόνο είκοσι κομμάτια. Το 1894 η εταιρία που συστάθηκε για την παραγωγή αυτού του τύπου φερμουάρ λειτουργούσε με μεγάλη δυσκολία.
Στις αρχές του 20ου αιώνα ο Σουηδός μηχανικός Gideon Sundbäck, ο οποίος εργαζόταν σε μια εταιρεία που έφτιαχνε συνδετήρες, σχεδιάζει το διαχωριστικό κούμπωμα και στις 20 Μαρτίου 1917 καταθέτει και επίσημα την πατέντα της εφεύρεσής του με το όνομα «Separable Fastener» – «διαχωριστικό κούμπωμα».
Η καινοτομία του ήταν να τοποθετήσει ένα λακκάκι στο κάτω μέρος του κάθε δοντιού και μια «μύτη» στην κορυφή ώστε να κινείται ο «οδηγός» πάνω σε αυτά. Ως αποτέλεσμα, η σύνδεση μεταξύ των δύο σειρών των δοντιών είναι ισχυρή, διότι κανένα δόντι δεν έχει αρκετό χώρο για να κινηθεί προς τα επάνω ή προς τα κάτω και να έρθουν χώρια.
Δημιούργησε επίσης το μηχάνημα παραγωγής για τα νέα φερμουάρ. Η εφεύρεσή του αποτελείται από δύο σειρές δοντιών και μια λαβή – οδηγό, η οποία, όταν σύρεται προς τη μία πλευρά, κουμπώνει αναγκάζοντας το κάθε δόντι να μπει το ένα ανάμεσα στα δύο απέναντί του. Όταν ο οδηγός σύρεται προς την αντίθετη πλευρά, τα δόντια απελευθερώνονται και ο μηχανισμός ανοίγει.
Στην δεκαετία του 1920 φερμουάρ έβαζαν μόνο στα παιδικά ρούχα. Το 1935 η Elsa Schiaparelli σχεδίασε γυναικεία ρούχα με φερμουάρ για την ανοιξιάτικη κολεξιόν της. Ήταν η πρώτη σχεδιάστρια που έφτιαξε πολύχρωμα και μεγάλα φερμουάρ τα οποία περισσότερο διακοσμούσαν το ρούχο, παρά είχαν κάποια λειτουργική χρησιμότητα.
Η μεγάλη νίκη του φερμουάρ ήρθε το 1937 όταν Γάλλοι σχεδιαστές μόδας αντικατέστησαν τα κουμπιά στα παντελόνια με αυτό. Τότε το αντρικό περιοδικό Esquire ανακήρυξε το φερμουάρ ως την «Πρωτοποριακή Ιδέα της Ραπτικής για τους Άντρες» και ανάμεσα στις πολλές αρετές του νέου αξεσουάρ περιελάμβανε και το γεγονός ότι με αυτό οι άντρες δεν θα ξεχνάνε ποτέ να κουμπωθούν.
Τα φερμουάρ σήμερα δεν γίνονται μόνο από το μέταλλο, αλλά και από νάιλον και από πολλά άλλα υλικά. Διατίθενται σε πολλά διαφορετικά μήκη, χρώματα και στυλ.
Βιογραφικό του εφευρέτη του φερμουάρ
Ο Gideon Sundbäck (24 Απριλίου 1880 – 21 Ιουνίου 1954) ήταν Σουηδός μηχανικός και είναι γνωστός για την εφεύρεση του φερμουάρ.
Gideon Sundback
Γεννημένος στο Τζόκοπινγκ Κάουντι του νομού Σμάλαντ στην Σουηδία, ήταν γιος ενός αγρότη που τον έλεγαν Jonas Otto Magnusson Sundbäck και η μητέρα του ήταν η Kristina Karolina Klasdotter. Μετά τις σπουδές του στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ο Gideon πήγε στην Γερμανία. Εκεί σπούδασε σε πολυεθνικό πανεπιστήμιο, στην πόλη Μπίνγκεν άμ Ράιν (Bingen am Rhein) και αποφοίτησε το 1903, παίρνοντας το πτυχίο του μηχανικού. Το 1905 πήγε στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και εκεί εργαζόταν σε εταιρία ηλεκτρονικών ειδών, στην πόλη Πίτσμπουργκ της Πενσυλβάνια. Εκεί εργάστηκε ενα χρόνο, και αμέσως μετά εργάστηκε στην Universal Fastener Company στο Νιού Τζέρσει.
Ο Sundbäck ασχολήθηκε με το φερμουάρ τις χρονιές 1906 και 1914, και είχε συνεργαστεί με άλλους μηχανικούς όπως ο Ελίας Χόουι (Elias Howe), ο Μάξ Γούλφ (Max Wolff) και ο Γουίτκομπ Τζάντσον(Whitcomb Judson). Μετά απο πολλές προσπάθειες, το 1914 δημιούργησε ένα φερμουάρ από μέταλλο, το οποίο αποκάλεσε Hookless No.2. Εκεί ήταν η πρώτη φορά που χρησιμοποιήσε τα “δοντάκια” που υπάρχουν εκεί και επίσης κατάφερε να το δημιουργήσει σε σχήμα του γράμματος “Υ”. Το 2006 ο Sundbäck διακρίθηκε απο τον οργανισμό “National Inventor Hall of Fame” για την εφεύρεσή του στο φερμουάρ.
Πέθανε από καρδιακή πάθηση στις 21 Ιουνίου 1954 και έμεινε στην ιστορία ως ο “πατέρας του φερμουάρ”, το οποίο αποτελεί αναντικατάστατο κομμάτι της ένδυσης και της υπόδησης της ανθρωπότητας.
Η εταιρεία στην οποίια δούυλευε ο Gideon Sundback είναι τώρα η μεγαλύτερη στον κόσμο κατασκευάστρια φερμουάρ. Παράγει περίπου το 90% του συνόλου των φερμουάρ σε πάνω από 206 εγκαταστάσεις σε 52 χώρες. Δεν κάνουν μόνο τα φερμουάρ, κάνουν επίσης τα μηχανήματα που κάνουν το φερμουάρ! Το μεγαλύτερο εργοστάσιο τους είναι στη Γεωργία και παράγει πάνω από 7 εκατομμύρια φερμουάρ ανά ημέρα.