Τρέχει το έγκλημα ξοπίσω από τον θύτη
να λιώσουν
μαζί με το θύμα ό,τι άλλο απέμεινε.
Καταπίνεις δάκρυα με στάχτες.
Η καυτή ανάσα μιας πύρινης γλώσσας που φτύνει φωτιά
σου ψιθυρίζει πως δεν έχεις πια που να κρυφτείς
να ξαποστάσεις
χάθηκε ο δρόμος για το καταφύγιο
στέρεψε η πηγή που δροσιζόσουν.
Στις αυλές που γλείφονται από φλόγες
το έγκλημα αγκαλιάζει τον θύτη και το θύμα,
κουλουριάζονται.
Όταν θυμήθηκαν ότι είναι άνθρωποι
που κουβαλούσαν τις καύτρες μέσα τους
δεν υπήρχε πια γυρισμός
είχε καεί και η τελευταία ουρά.
Αφιερωμένο στα δέντρα, στα ζώα και στο περιβάλλον που τόσο βάναυσα κακοποιούνται από τον ανθρώπινο “πολιτισμό”
Ευχαριστούμε τα Αποτυπώματα, Ιστολόγιο Ποίησης και Λογοτεχνίας για την πρώτη δημοσίευση