Στον κήπο του Μπάρμπικαν στο Λονδίνο παρατηρώ τα περιστέρια να τρώνε το φαγητό του κυρίου που κάθεται δίπλα μου εκνευρισμένος. Μόλις παρακολούθησα το αφιέρωμα που φιλοξενείται από το Μπάρμπικαν στον Αμερικάνο καλλιτέχνη Μπασκιά, 29 χρόνια μετά το θάνατο του.
Με εντυπωσίασε ότι ζωγράφιζε οπουδήποτε. Από τους τοίχους των δρόμων με το ψευδώνυμο SOMO μέχρι ψυγεία, γραφομηχανές, ιατρικές ποδιές και κουτιά.
Βλέποντας αρχεία με συνεντεύξεις του μου έμειναν οι λέξεις του :«Δεν πήγα σε κανένα σχολείο τέχνης. Απλώς κοιτούσα. Εκεί νομίζω ότι έμαθα για την τέχνη. Κοιτάζοντας την».
Πάντα αισθανόμουν ότι ο πιο περίπλοκος άνθρωπος που ξέρω είμαι εγώ, μόνο όμως επειδή είμαι ο μόνος άνθρωπος στον οποίο είχα πάντα την απόλυτη πρόσβαση.
Ο λόγος που ξεκίνησα να κάνω τις σκέψεις μου τραγούδια είναι απλώς πως μου φαινόταν το πιο εύκολο πράγμα να κάνω. Είχα την πιο προσιτή πηγή του κόσμου, το μυαλό μου. Όχι και τόσο καλλιτεχνικό αν το σκεφτεί κανείς..
Συνειδητοποίησα πόσο ανεξέλεγκτος είναι ο ανθρώπινος νους όταν ήρθα αντιμέτωπη ανοιχτά με τις πιο ξιπασμενες σκέψεις μου. Αυτές που περνάνε από το μυαλό όλων μας για ένα κλάσμα του δευτερολέπτου και τις ξορκίζουμε προσπερνώντας τες.
Αυτό που σπρώχνει τα παιδιά να κάνουν το πρώτο τους βήμα στο «κακό» είναι σχεδόν πάντα κάποια καλά αισθήματα που πέφτουν σε άσχημα χέρια.
Κι εμείς που αντιμετωπίζουμε τις σκοτεινές πλευρές μας και των ανθρώπων γύρω μας με μια αγάπη απέραντη σαν να είναι χαμένα παιδιά, είτε έχουμε πάψει αιώνες να είμαστε παιδιά είτε δεν μεγαλώσαμε τελικά ποτέ .
Κάπως έτσι ανακάλυψα ότι ο τρόπος ν’αντέχω το δικό μου απύθμενο σκοτάδι είναι να το μεταμορφώνω σε κάτι που μου αρέσει, που βρίσκω όμορφο. Τίποτα βαθύτερο απ’ αυτό όμως για την ώρα μου αρκεί.
Πιστεύω πως μέσα σε κάθε άνθρωπο ζει ένας εγκλωβισμένος καλλιτέχνης περιμένοντας το ερέθισμα που θα αφυπνίσει την αντίληψη και την φαντασία του. Την ανάγκη να τις κάνει «κάτι».
Όσο προσπαθώ να είμαι δημιουργική παρατηρώ ευλαβικά και παθιασμένα όσους θαυμάζω. Τους πολύ πιο έξυπνους, τους πολύ πιο καλλιεργημένους, τους πολύ πιο ταλαντούχους, τους πολύ καλύτερους. Κι όσο μεγαλώνω αντί η έμπνευση μου να στερεύει, ανάγεται σ’ ένα μείγμα από τις ματιές τους. Τις ματιές με τον τρόπο που τις αντιλαμβάνομαι εγώ. Σ’ αυτό ακριβώς το σημείο βρίσκω που και που τον ευατό μου.
Οι καλλιτέχνες δεν μας λένε τι να σκεφτούμε, μας δείχνουν μόνο τρόπους.
Έχει σημασία να μπορούμε να διαμορφώνουμε νέες νοητικές σφαίρες σαν νέες ψυχές στην θέση της τωρινής, που θα ακτινοβολούν αποδοχή κι ειρήνη, με την ελπίδα ότι αυτό θα λαμβάνεται διαισθητικά από τους γύρω μας και θα μεταφέρεται. Ένας στόχος κι ένας τρόπος που βρήκα λοιπόν είναι αυτός.
Θέλει θάρρος να εκφράσεις τα συναισθήματα και τις ιδέες σου. Πόσο μάλλον να τα μοιραστείς δημόσια. Παρόλαυτα δεν χρειαζόμαστε την άδεια κανενός για να το κάνουμε αυτό. Αν ξέρω ένα πράγμα είναι πως τελικά δεν θα ξέρω ποτέ ποια είναι η κατάλληλη στιγμή ή ο σωστός δρόμος.. Απλώς πάω..
Παυλίνα Βουλγαράκη